Σήμερα αντιμετωπίζουμε μία μεταβατική και κρίσιμη περίοδο για την Ελλάδα και την Ευρώπη.
Από την μία οι πόλεμοι στην Ουκρανία και στην Παλαιστίνη, συνεχίζουν και επιμένουν να μας θυμίζουν, ότι οι ανθρώπινες τραγωδίες δεν βρίσκονται μόνο στο παρελθόν, αλλά μπροστά μας, αποδεικνύοντας, ότι οι διδαχές του παρελθόντος για την Ευρώπη ξεχάστηκαν γρήγορα και εκβιαστικά. Ποιος θυμάται σήμερα, το «Τέλος της Ιστορίας» του Φράνσις Φουκουγιάμα πίσω στο 1989 ή την σύγκρουση των πολιτισμών με το αμείλικτο ερώτημα που άλλαξε από το ιδεολογικό «με ποιους είσαι;» στο υπαρξιακό «τι είσαι;».
Σε αυτό το άρθρο θα προσπαθήσω να αναλύσω ζητήματα που σχετίζονται με τις επιλογές της παραγωγής της ενέργειας, τον πληθωρισμό και τις συνεχώς αυξανόμενες τιμές των προϊόντων και τελικά, ζητήματα γεωπολιτικής και πολιτικής τόσο στην Ευρώπη όσο και στην χώρα μας.
Τα τελευταία δύο έτη, ο πληθωρισμός έχει οδηγήσει σε αυξανόμενες τιμές των εμπορευμάτων, κάνοντας την ακρίβεια σημαντικό θέμα συζήτησης τόσο στις Ευρωπαϊκές όσο και στην Ελληνική κοινωνία. Αν και οι διεθνείς αναλύσεις «βλέπουν» την σταθεροποίηση των τιμών τα επόμενα έτη, όπως φαίνεται στο διάγραμμα, δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι αυτό μπορεί εύκολα να επιτευχθεί για λόγους που θα αναλύσω στην συνέχεια.
Σχετικά με τα ζητήματα ενέργειας, είναι πια ξεκάθαρο προς όλους, το ότι η εξάρτηση μας από τις ορυκτές πηγές ενέργειας όχι απλά περνάει στο παρελθόν αλλά αποτελεί απειλή και κίνδυνο για το μέλλον του πλανήτη. Έτσι κάθε ηλιακό πάνελ, κάθε υδροηλεκτρικός σταθμός, κάθε ανεμογεννήτρια που προστίθεται στο δίκτυο -προφανώς μέσα από έναν αυστηρό χωροταξικό και περιβαλλοντικό προγραμματισμό- αποτελούν βήματα προς την σωστή κατεύθυνση.
Άλλωστε, όπως δικαίως ανέφερε σε μία ομιλία του και ο Γερμανός Υπουργός Οικονομικών Κρ. Λίντνερ οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειες είναι τελικά «ενέργειες ελευθερίας» για την Ευρώπη, υπονοώντας την εξάρτηση μας από τρίτες χώρες και τις τεράστιες γεωπολιτικές αλλαγές που η ενεργειακή ανεξαρτησία επιφέρει. Βέβαια, η συζήτηση για την διαχείριση και την εκμετάλλευση των πόρων εντός της Ευρώπης παραμένει πάντα σημαντική και επανέρχεται στο προσκήνιο όταν οι οικονομικές παράμετροι το απαιτούν.
Για την Ελλάδα συγκεκριμένα, οι σημαντικές τεχνολογικές εξελίξεις στις αποδόσεις των Ηλιακών Πάνελ που τρέχουν ασταμάτητα, τα μετατρέπουν πια, σε πρώτες επιλογές, ακόμα και για μικρά νοικοκυριά έναντι των όποιων επιλογών του παρελθόντος. Βαδίζουμε ολοταχώς δηλαδή, στην εποχή του «κάθε νοικοκυριό και πάνελ».
Δυστυχώς βέβαια, αυτή η μετάβαση δεν είναι δυνατόν να γίνει χωρίς κάποιο τίμημα. Ίσως μάλιστα πιο υψηλό από όσο θα επιθυμούσαμε.
Ένα τίμημα που πρέπει να πληρωθεί εξυπηρετώντας τον διττό σκοπό της προστασίας του περιβάλλοντος αλλά και του δικαιώματος μας στις σύγχρονες ενεργειακές επιλογές. Σημαντικότερο όλων, είναι η ελαχιστοποίηση των κοινωνικών κραδασμών μέσα από την στήριξη των ευάλωτων πληθυσμών της Ευρώπης και της χώρας μας. Άρα, η όποια μετάβαση πρέπει να γίνει με ταυτόχρονη αποφυγή των φαινομένων ενεργειακής φτώχειας για τους κατοίκους της χώρας μας.
Ένας τέτοιος κραδασμός, ένα μεγάλο σοκ, είναι οι πιέσεις και το κόστος του «κλιματικού πληθωρισμού» ή όπως μας το δίνει η Αγγλική γλώσσα του «Κλιματοπληθωρισμού, climateflation».
Όσο ο αριθμός των φυσικών καταστροφών, της ξηρασίας, και των έντονων καιρικών φαινομένων θα αυξάνεται, ο αντίκτυπος στην παραγωγή και στις τιμές των προϊόντων θα είναι ισχυρός, οδηγώντας μας σε μία συνεχή πίεση των τιμών, σε όλο και πιο υψηλά επίπεδα. Ναι, η τιμή της φέτας, του λαδιού και όλων των αγροτικών προϊόντων θα συνεχίσει να αυξάνεται τα επόμενα έτη οδηγώντας πολλά στρώματα του πληθυσμού ακόμα και σε αλλαγές των διατροφικών συνήθειών, διαταράσσοντας τελικά τις Ευρωπαϊκές αλυσίδες τροφίμων. Οι διατροφικές αλυσίδες και γενικότερα η κουλτούρα του φαγητού στην Ευρώπη, είναι ίσως, κάτι που μας ξεχωρίζει έναντι του Αμερικάνικου φαστ φουντ και της Ασιατικής έλλειψης ελέγχων. Θα πρέπει λοιπόν να διαφυλαχθεί ως κόρη οφθαλμού για τους Ευρωπαίους. Ο κίνδυνος της εξαφάνισης των πρώτων υλών των διατροφικών αλυσίδων είναι κάτι παραπάνω από ορατός οδηγώντας ακόμα και κορυφαίους διεθνώς οικονομολόγους να δηλώνουν σε άρθρα τους συμβουλές του τύπου «Επενδύστε σε κονσέρβες φασολιών». Ο κίνδυνος είναι τελικά, άκρως σημαντικός για τον Ευρωπαϊκό τρόπο ζωής.
Άλλωστε, σύμφωνα με την Eurostat οι οικονομικές απώλειες λόγω καταστροφών που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή ανήλθαν την δεκαετία 2010-2020 σε 145 Δις Ευρώ. Μάλιστα φαίνεται ότι το κόστος τα ερχόμενα έτη θα είναι συνεχώς αυξανόμενο, οδηγώντας τις Ευρωπαϊκές οικονομίες σε ακόμα υψηλότερες ανάγκες. Με ποιον τρόπο και ποιον σχεδιασμό μπορούμε να μειώσουμε το τεράστιο αυτό κόστος; Η στροφή σε έναν πιο βιώσιμο τρόπο παραγωγής είναι μονόδρομος όσο ο πλανήτης, μας εκδικείται για τις επιλογές του παρελθόντος. Η αξιωματική αντιμετώπιση της πολιτικής των μηδενικών ρύπων και τα εργαλεία της κυκλικής οικονομίας μαζί με την ανθεκτικότητα του σχεδιασμού των πόλεων και τελικά του τρόπου ζωής μας δεν μπορεί πια να είναι επιλογή αλλά μια συνεχής ανάγκη επιβίωσης μας.
Συγχρόνως, τεράστιο ρόλο στην ισχυρή αύξηση του πληθωρισμού παίζει και ο πληθωρισμός των ορυκτών καυσίμων. Δεδομένου ότι οι τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου είναι δύο «στενές» αγορές που συχνά παρουσιάζουν φαινόμενα ολιγοπωλίου, το βάρος τελικά πέφτει στους εισαγωγείς αυτών των αγορών όπως η χώρα μας. Αν και η έκθεση σε αυτές τις αγορές είναι διαρκώς μειούμενη αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι έχουμε φθάσει στα επιθυμητά επίπεδα. Όσο η Ευρώπη εισάγει από τρίτες χώρες ορυκτά καύσιμα για τις ενεργειακές της ανάγκες, συνεχίζει να είναι εκτεθειμένη σε γεωπολιτικές παραμέτρους και πολιτικές επιλογές λόγω της εξάρτησής της. Μπορεί οι τιμές να φαίνεται ότι σταθεροποιούνται τα επόμενα έτη, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το μάθημα της περιόδου που πέρασε θα πρέπει να ξεχαστεί και να εφησυχάσουμε.
Και βέβαια ο τέταρτος παράγοντας είναι η ίδια η πράσινη ανάπτυξη. Αρέσει δεν αρέσει στους υποστηρικτές της πράσινης ενέργειας, η στροφή σε πιο πράσινες πολιτικές έχει εξαιρετικά υψηλό κόστος. Ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο απαιτεί στην παραγωγή του πάνω από έξι φορές περισσότερα ορυκτά έναντι ενός θερμικού. Ένα αιολικό πάρκο απαιτεί τεράστιες ποσότητες πρώτων υλών σε σχέση με μια μονάδα φυσικού αερίου. Συνεπώς, οι πρώτες ύλες του πλανήτη πρέπει να εξυπηρετήσουν την ίδια αυτή την στροφή στην πράσινη ανάπτυξη. Αποδεικνύεται πια ότι όσο πιο κλειστή είναι αυτή η πράσινη στροφή για τις Ευρωπαϊκές χώρες, τόσο περισσότεροι είναι οι κραδασμοί που επιφέρει, και αυτό είναι κάτι που πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι η δημιουργία ενός καινούριου ορυχείου λιθίου απαιτεί αρκετά χρόνια μέχρι να ολοκληρωθεί και να ξεκινήσει η παραγωγή. Μπορεί οι τιμές του να έχουν ισορροπήσει το τελευταίο έτος, η ζήτηση όμως συνεχίζει να αυξάνεται διεθνώς
Και όλα αυτά θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη στον ενεργειακό σχεδιασμό της Ευρώπης, γνωρίζοντας ότι οι απαιτήσεις ενέργειας τα επόμενα έτη θα είναι συνεχώς και έντονα αυξανόμενες. Μπορεί σήμερα ο πράσινος πληθωρισμός να παίζει μικρότερο ρόλο σε σχέση με τον πληθωρισμό των ορυκτών καυσίμων, δεν είναι όμως σίγουρο ότι θα συνεχίσει να ασκεί την ίδια χαμηλή πίεση και στο μέλλον. Μάλλον το αντίθετο θα συμβεί.
Γίνεται λοιπόν εύκολα κατανοητό ότι η οικονομική πολιτική και η ενεργειακή πολιτική είναι σήμερα απόλυτα συσχετισμένες και θα πρέπει να βρεθεί εκείνο το σημείο ισορροπίας έτσι ώστε να μην υπάρξουν σημαντικές επιβραδύνσεις προς μία πιο βιώσιμη ανάπτυξη ενώ συγχρόνως αυτό να επιτευχθεί με έναν οικονομικά βιώσιμο τρόπο. Είτε ο δρόμος που επιλεγεί είναι η αύξηση των στόχων του πληθωρισμού, είτε η μη συμπερίληψη των τιμών ενέργειας στις μετρήσεις του πληθωρισμού από τις τράπεζες, το μόνο σίγουρο είναι ότι υπάρχουν σημαντικοί κίνδυνοι και στις δύο επιλογές που ίσως είμαστε αναγκασμένοι να ακολουθήσουμε.
Συνοψίζοντας, προσωπική μου άποψη είναι η ανάγκη πια της επιτάχυνσης των οικονομικών μας πολιτικών στην πράσινη ενέργεια. Διαφορετικό πλαίσιο χρηματοδότησης εταιρειών για πράσινες δράσεις, στήριξη όλων των νοικοκυριών για ενεργειακές αναβαθμίσεις των παλαιοτέρων ακινήτων, προτεραιότητα στην ανάπτυξη όλων των ενεργειακών υποδομών της χώρας, δείκτες ανθεκτικότητας στον χωροταξικό σχεδιασμό είναι μόνο μερικές πρώτες σκέψεις που μπορούμε όλοι μας να κάνουμε.
Ενδιαφέρον άλλωστε, είναι το διάγραμμα από έρευνα του Ευρωβαρόμετρου, όπου οι κάτοικοι της Ευρώπης θέτουν την σημαντικότητα των ζητημάτων που καλούμαστε να διαχειριστούμε στο μέλλον με την ακόλουθη ιεραρχία. Μετανάστευση, Διεθνής θέση της Ευρώπης, Ακρίβεια, Κλιματική αλλαγή, Οικονομική κατάσταση, Ενέργεια, Τρομοκρατία και ακολουθεί τελευταία η Ανεργία!
Ίσως τελικά, ζούμε την περίοδο, που θα πρέπει να σταματήσουμε να κοιτάμε αριστερά ή δεξιά και να στρέψουμε το βλέμμα μας μόνο μπροστά. Έτσι αλλάζουν οι χώρες, έτσι θα αλλάξει και η Ευρώπη. Και ο ήλιος θα συνεχίσει να ανατέλλει κάθε μέρα.